Νύχτες αϋπνίας και μοναξιάς

Απόσπασμα από το βιβλίο του Oscar Wilde,Ντόριαν Γκρέι


Λίγοι είναι αυτοί που δεν έχει τύχει να ξυπνήσουν μερικές φορές πριν το χάραμα, είτε μετά από μία νύχτα δίχως όνειρα, από κείνες που μας κάνουν να ερωτευτούμε σχεδόν το θάνατο, είτε μετά από μια νύχτα φρίκης και παραμορφωμένης χαράς, όταν μέσα στα δώματα του μυαλού γλιστρούν φαντάσματα πιο τρομερά και από την ίδια την πραγματικότητα, το ένστικτο αποκτά τη ζωηράδα που κρύβεται σε κάθετι κωμικοτραγικό και παράδοξο και δίνει στη γοτθική τέχνη την ανθεκτική της ζωντάνια.Θα φανταζόταν κανείς πως η τέχνη αυτή είναι ειδικά η τέχνη εκείνων που το μυαλό τους έχει ταραχτεί απ’ την αρρώστια του ρεμβασμού.Σιγά, σιγά δάχτυλα λευκά τρυπώνουν μέσ’ απ’ τις κουρτίνες και μοιάζει να τρέμουν.Με μαύρα, φανταστικά σχήματα, βουβές σκιές σέρνονται στις γωνίες του δωματίου και μένουν εκεί κουλουριασμένες.Έξω, ακούγονται τα πουλιά που πεταρίζουν ανάμεσα στα φύλλα, ο θόρυβος των ανθρώπων που πηγαίνουν στις δουλειές τους, ή οι λυγμοί και οι αναστεναγμοί του ανέμου που κατεβαίνει από τους λόφους και περιτριγυρίζει το σιωπηλό σπίτι σαν να φοβάται πως θα ξυπνήσει αυτούς που κοιμούνται, ενώ ξέρει πως πρέπει να καλέσει τον ήλιο να βγει από την πορφυρή σπηλιά του.Το ένα μετά το άλλο τα λεπτά, σκοτεινά πέπλα σηκώνονται, σιγά σιγά τα πράγματα ξαναπαίρνουν το σχήμα και το χρώμα τους, και παρακολουθούμε την αυγή να ξαναδημιουργεί τον κόσμο με το αρχαίο του σχέδιο.Οι χλομοί καθρέφτες ξαναποκτούν τη μιμική ζωή τους.Τα σβηστά κεριά στέκουν εκεί που τα σβήσαμε, και δίπλα τους πεσμένο το βιβλίο που διαβάζαμε με τις μισές σελίδες του άκοπες ή το λουλούδι που φορούσασμε στο χορό, ένα γράμμα που φοβηθήκαμε να διαβάσουμε ή που διαβάσαμε χίλιες φορές.Τίποτα δεν μας φαίνεται αλλαγμένο.Μέσ’ από τις εξωπραγματικές σκιές της νύχτας ξαναγυρνά η ζωή που ξέραμε.Πρέπει να ξαναρχίσουμε από κει που σταματήσαμε, και τότε μας κυριεύει απρόβλεπτα η τρομερή αίσθηση της αναγκαιότητας που επιτάσσει να συνεχίσουμε να διοχετεύουμε την ενεργητικότητά μας στις ίδιες βαρετές και στερεότυπες συνήθειες, ή νιώθουμε μια άγρια επιθυμία ν’ ανοίξουν ένα πρωί τα βλέφαρά μας σ’ ένα κόσμο που πλάστηκε καινούριος στα σκοτεινά για ευχαρίστησή μας, έναν κόσμο όπου τα πράγματα θα ‘χουν καινούριο σχήμα και χρώμα, θα είναι αλλαγμένα ή θα έχουν άλλα μυστικά, έναν κόσμο όπου το παρελθόν θα έχει μικρή ή καθόλου θέση, ή έστω δεν θα επιβιώνει με τη μορφή της συνειδητής υποχρέωσης και της μεταμέλειας, γιατί ακόμη και η ανάμνηση της χαράς κρύβει πίκρα, και οι αναμνήσεις της απόλαυσης φέρνουν μαζί τους τον πόνο...

2 ενιωσαν το τσιμπημα:

aggelika είπε...

Τι σύμπτωση! Σήμερα μόλις τελείωσα αυτό το βιβλίο!!

Πολύ καλό, ο Ουάιλντ αγγίζει μια πλευρά της αισθητικής που λίγοι έχουν ασχοληθεί!

alogomyga είπε...

Πόλυ καλό βιβλίο και πολύ σωστό αυτό που λες!Τα αποφθέγματα του Ουάιλντ είναι γεμάτα έμπνευση.